Τα χάβαρα είναι δίθυρα μαλάκια που ζουν κυρίως σε αμμώδεις και ρηχούς βυθούς, συχνά σε παράκτιες περιοχές. Το κέλυφος τους είναι στρογγυλωπό και τραχύ, με αποχρώσεις που κυμαίνονται από καφέ έως μπεζ ή λευκό. Τα χάβαρα είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στη μεσογειακή κουζίνα, καθώς έχουν τρυφερή και αρωματική σάρκα. Συχνά μαγειρεύονται στον ατμό, σε σούπες ή σε ζυμαρικά, αναδεικνύοντας τη φυσική τους γεύση και την ελαφριά αλμύρα της θάλασσας.
Συσκευασία τροποποιημένης ατμόσφαιρας
Τα χάβαρα έχουν μακρύ, σφηνοειδές κέλυφος που μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 10 εκατοστά. Το εξωτερικό κέλυφος είναι καφέ ή μαυριδερό με χαρακτηριστικά ινώδη ή τριχωτά περιθώρια, ενώ το εσωτερικό είναι λείο και μαργαριταρένιο.
Συνήθως κυμαίνεται από 5 έως 10 εκατοστά σε μήκος.
Τα χάβαρα είναι φιλτράροντες οργανισμοί. Τρέφονται με πλαγκτόν και άλλες μικροσκοπικές οργανικές ύλες που φιλτράρουν από το νερό.
Ζουν σε αλμυρά νερά, συνήθως προσκολλημένα σε βράχια ή άλλα σκληρά υποστρώματα, σε ρηχά παράκτια νερά αλλά και σε μεγαλύτερα βάθη.
Η αναπαραγωγή γίνεται με εξωτερική γονιμοποίηση. Οι γαμέτες απελευθερώνονται στο νερό όπου πραγματοποιείται η γονιμοποίηση. Οι προνύμφες είναι πλαγκτονικές και μετά από λίγες εβδομάδες εγκαθίστανται σε σταθερές επιφάνειες και αναπτύσσονται σε ενήλικα άτομα.
Τα χάβαρα δεν έχουν τόσο μεγάλη εμπορική αξία όσο άλλα θαλάσσια δίθυρα μαλάκια, όπως τα μύδια ή τα στρείδια. Παρόλα αυτά, καταναλώνονται σε κάποιες περιοχές και έχουν ευχάριστη γεύση.
Τα χάβαρα είναι πλούσια σε πρωτεΐνες και περιέχουν σημαντικές ποσότητες βιταμινών και μετάλλων, όπως βιταμίνη B12, σίδηρο, και ψευδάργυρο.
Τα χάβαρα παίζουν σημαντικό ρόλο στα θαλάσσια οικοσυστήματα, συμβάλλοντας στη διατήρηση της ποιότητας του νερού μέσω της διαδικασίας φιλτραρίσματος. Επιπλέον, οι φυσικές τους δομές μπορούν να προσφέρουν καταφύγιο για άλλους θαλάσσιους οργανισμούς και να υποστηρίζουν τη βιοποικιλότητα.